Το Φθινόπωρο – Luca Ricci
21/10/2022
Η διαδρομή στον κόσμο του βιβλίου συνεχίζει το μαγευτικό της ταξίδι με τον σύγχρονο Ιταλό διηγηματογράφο Luca Ricci και το έργο του «Το Φθινόπωρο», από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.
Μετάφραση: Δήμητρα Δότση
Ο Luca Ricci γεννήθηκε στην Πίζα το 1974. Θεωρείται από τους σπουδαιότερους σύγχρονους Ιταλούς διηγηματογράφους. Μεταξύ άλλων έχει εκδώσει τα βιβλία L’amore e altre forme d’odio (2006, Βραβείο Chiara), La persecuzione del rigorista (2008, Βραβείο Zocca), Come scrivere un bestseller in 57 giorni (2009, υποψήφιο για το Βραβείο Bergamo) και I difetti fondamentali (2017, υποψήφιο για τα Βραβείο Campiello και το Βραβείο Chiara). Διδάσκει δημιουργική γραφή. Ζει στη Ρώμη. Το Φθινόπωρο είναι το πρώτο του μυθιστόρημα.
Περιγραφή βιβλίου
Ένας άντρας, επιστρέφοντας από τις διακοπές του Αυγούστου, βρίσκεται εγκλωβισμένος στον κουρασμένο γάμο του. Η σύζυγός του, η Σάντρα, είναι ακόμη όμορφη, μα εκείνος δεν κατορθώνει πια να νιώσει πόθο γι’ αυτήν. Κατά τη διάρκεια ενός μοναχικού περιπάτου του σε μια υπαίθρια αγορά της Ρώμης, γοητεύεται από έναν παλιό τόμο σχετικά με τους καλλιτέχνες της Μονμάρτρης, μένοντας υπνωτισμένος από την εικόνα της Ζαν Εμπιτέρν, της συντρόφου του ζωγράφου Αμεντέο Μοντιλιάνι, την οποία και ερωτεύεται κεραυνοβόλα. Κόβει τη σελίδα, τη διπλώνει με προσοχή και την κουβαλάει για μέρες στην τσέπη του. Τα πάντα μοιάζουν να συμβαίνουν μονάχα στο μυαλό του, ώσπου η Σάντρα προσκαλεί ένα βράδυ για δείπνο μια ξεχασμένη ξαδέρφη της, την Τζέμα. Ο αφηγητής διαπιστώνει τότε την εκπληκτική ομοιότητα της κοπέλας με τη Ζαν. Και η εμμονή αρχίζει να εξαπλώνεται πλέον μοιραία στην πραγματικότητα, ενόσω το φθινόπωρο τυλίγει τα πάντα ολόγυρα στην αιώνια πόλη με το αδυσώπητο και διάφανο φως του.
Ένα σύγχρονο αλφαβητάρι του ερωτικού
αισθήματος, μια αμείλικτη απεικόνιση
των ανθρώπων και των παθών τους.
«Πάλι καλά που είναι φθινόπωρο» είπε ο Τζιτάνι. «Ποια άλλη εποχή είσαι πραγματικά ελεύθερος να είσαι αυτό που είσαι;»
Τον παρακάλεσα να μου εξηγήσει τι εννοούσε κι εκείνος ξεκίνησε μια απολαυστική κουβέντα. Η άνοιξη ήταν μια υπόσχεση ευτυχίας που δεν γινόταν ποτέ πραγματικότητα (ύστερα από μερικά χρόνια αυτό το παίρναμε απόφαση), το καλοκαίρι σού επέβαλλε την ευθυμία (και οι εξαναγκασμοί δεν ήταν ποτέ ήπιοι), ο χειμώνας ήταν η παρομοίωση του θανάτου, αλλά, όπως έλεγε κι ο Επίκουρος, εάν υπήρχε ο θάνατος δεν υπήρχαμε εμείς (πολλή δουλειά, πολλές συναντήσεις μες στον χειμώνα). Οπότε δεν έμενε τίποτε άλλο παρά το φθινόπωρο. Το φθινόπωρο ήταν αυτό το ελεύθερο τέταρτο του χρόνου –ελεύθερο καταρχάς από τον δογματισμό του καιρού (όταν έκανε πολύ κρύο ή πολλή ζέστη, τα υπαρξιακά ενδεχόμενα μειώνονταν αυτομάτως)–, όπου ο καθένας μπορούσε να είναι ό,τι ήθελε, να παίρνει τη μορφή που προτιμούσε.
Απόσπασμα
«Γιατί από κάποια στιγμή κι έπειτα τα ζευγάρια σταματάνε να περπατάνε χέρι χέρι;» ρώτησα τον Τζιτάνι, μόλις σταμάτησα να κάνω αυτές τις αλλόκοτες σκέψεις. Ο Τζιτάνι κούνησε το κεφάλι. «Όλο παραπονιέσαι. Καλά, δεν βλέπεις ότι η Σάντρα είναι ακόμη μια όμορφη γυναίκα;». Του απάντησα μεμιάς σαν ηχώ: «Ναι, το βλέπω, η Σάντρα είναι ακόμη μια όμορφη γυναίκα». «Και τότε;» «Δεν μου απάντησες. Γιατί εγώ και η Σάντρα δεν περπατάμε χέρι χέρι όπως τον πρώτο καιρό;» Ο Τζιτάνι βάλθηκε να ψαχουλεύει στην τσέπη του παντελονιού του με σπασμωδικές κινήσεις, ψάχνοντας να βρει τσιγάρο και αναπτήρα. «Η αλήθεια είναι ότι τα πράγματα πάνε όπως πρέπει να πηγαίνουν» είπε σχεδόν με δυσαρέσκεια. «Η οικειότητα απομακρύνει τους ανθρώπους, δεν τους φέρνει πιο κοντά».
Κάνε κλικ εδώ για να γίνεται συνδρομητής.